ΑρχικηΣελιδα > Εισκσπηση > ΝευροχημικήΥπόθεση
  ΝευροχημικήΥπόθεση
 

Νευροχημικές Ανωμαλίες
Η υπόθεση ότι νευροχημικές ανωμαλίες εμπλέκονται στη σχιζοφρένεια έχει μακρά ιστορία (Andreasen1995). Παρόλα αυτά, τα εμπειρικά δεδομένα προέκυψαν μόνο όταν ο τρόπος δράσης των αντιψυχωσικών φαρμάκων βρέθηκε να σχετίζεται με το μεταβολισμό των κατεχολαμινών στον εγκέφαλο, και ειδικότερα με την παρεμπόδιση της δράσης  των φαρμάκων αυτών στους μετασυναπτικούς υποδοχείς κατεχολαμινών (Carlsson&Lindkvist1963). Σύμφωνα με μεταγενέστερες έρευνες, η δυνατότητα των αντιψυχωτικών να μπλοκάρουν τους υποδοχείς ντοπαμίνης –2 (D2) ευθύνεται για την κλινική τους αποτελεσματικότητα  (Peroutka&Snyder1980). Η ντοπαμίνη αυξάνει την ευαισθησία των εγκεφαλικών κυττάρων στα διάφορα  ερεθίσματα και είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για την αύξηση της εγρήγορσης του ατόμου σε περιόδους στρες και κινδύνου. Παρόλα αυτά σε ένα άτομο με σχιζοφρένεια, η προσθήκη της ντοπαμίνης σε ένα ήδη υπερδραστήριο εγκέφαλο μπορεί να οδηγήσει στην ψύχωση.

Επιπρόσθετα στοιχεία για το ρόλο της ντοπαμινεργικής υπερδραστηριότητας στη σχιζοφρένεια προήλθαν από την παρατήρηση ότι η αμφεταμίνη, μια τοξική ουσία που αυξάνει τις συνέπειες της ντοπαμίνης, επιδεινώνει τα σχιζοφρενικόμορφα συμπτώματα και ίσως και να τα  προκαλεί (Meltzer&Stahl1976). Αυτή η αυξημένη ντοπαμινεργική δραστηριότητα στο κεντρικό νευρικό σύστημα προκύπτει μέσω δύο μηχανισμών: 1) της αυξημένης διαθεσιμότητας ντοπαμίνης στις συναπτικές θέσεις  και 2) της υπερευαισθησίας των υποδοχέων.

Και οι δύο αυτοί μηχανισμοί έχουν μελετηθεί  ιδιαιτέρως στη σχιζοφρένεια, αλλά απέχουμε πολύ από το  να καταλήξουμε αποδείξεις υπέρ του ενός ή του άλλου μηχανισμού. Μελέτες πάνω στη διακύμανση της ποσότητας ντοπαμίνης στα σωματικά υγρά του ασθενούς καθώς και ακριβή προσδιορισμός των επιπέδων ντοπαμίνης σε πτωματικό εγκεφαλικό ιστό έχουν δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα (Heritch1990,Hirsch&Weinberger1995,Bloom&Kupfer1995). 

Οι νευροαπεικονιστικές τεχνικές όπως η τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων PET, χρησιμοποιούνται τελευταία για να προσδιορίσουν την πυκνότητα των υποδοχέων ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Ενώ η ανασταλτική δράση των κλασσικών αντιψυχωτικών στους υποδοχείς ντοπαμίνης έχει πλήρως περιγραφεί, τα ευρήματα που αφορούν στην πυκνότητα  των  υποδοχέων  ντοπαμίνης σε ασθενείς που δεν λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή σε σύγκριση με ομάβλέπε ελέγχου, ποικίλουν πολύ ανάμεσα σε διαφορετικούς  ερευνητές (Wongκαι συν. 1986,Fardeκαι συν. 1990). Χρησιμοποιώντας τις τεχνικές της μοριακής βιολογίας οι ερευνητές περιγράφουν  αυξημένη πυκνότητα στους υποδοχείς ντοπαμίνης καθώς και αυξημένη ευαισθησία  σε πτωματικούς εγκεφαλικούς ιστούς ασθενών με σχιζοφρένεια  που δεν λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή (Seeman1987,1995,Stefanisκαι συν. 1998). Όταν έγινε εισαγωγή άτυπων αντιψυχωτικών (κλοζαπίνη ακολουθούμενη από ρισπεριδόνη, ολανζαπίνη και άλλα), οι επιστήμονες άρχισαν να εξετάζουν την υπόθεση ότι η ανασταλτική επίδραση των αντιψυχωτικών στους υποδοχείςD2 της ντοπαμίνης ήταν η βασική παράμετρος για την αντιψυχωτική τους δράση. Έχει περιγραφεί ότι ο τρόπος δράσης των ‘άτυπων’ αντιψυχωτικών περιλαμβάνει μια στενή συγγένεια  για αρκετούς υποδοχείς εκτός από τους υποδοχείς ντοπαμίνης (D2), συμπεριλαμβανομένων των υποδοχέων  σεροτονίνης (5-ΗΤ) (Meltzerκαι συν 1996). Πρόσφατα αποτελέσματα ερευνών υποδεικνύουν ότι πολλές άλλες θέσεις υποδοχέων, όπως οιD1,D3,D4, 5-HT2  και NMDAνα σχετίζονται επίσης με την παθογένεση της σχιζοφρένειας (Hirsch&Weinberger1995,Seeman1995,Kerwinκαι συν. 1997).


_______________________
Return to the top of the article